Η σχέση του κοινού με τα νέα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook, το Mpace, το LinkedIn και το GooglePlus, διαμορφώνουν στις μέρες μας τους τρόπους με τους οποίους κατανοούμε την κοινωνικότητα, την ενεργό συμμετοχή, την παθητικότητα του κοινού με τα νέα μέσα επικοινωνίας.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι, εάν οι χρήστες του Facebook  συγκροτούσαν μια χώρα, θα ήταν η τρίτη μεγαλύτερη στον κόσμο μετά την Κίνα και την Ινδία, καταλαβαίνουμε τη σημαντικότητα αυτών των μέσων.

Οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν τον εαυτό τους, όπως και την προσωπικότητά τους, καθώς τους επιτρέπουν είτε να προσκολληθούν σε ήδη υπάρχοντα είτε να δημιουργήσουν δικά τους κοινωνικά δίκτυα, ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι πέρα από τους φυσικούς φίλους τους μπορούν να αλληλοεπιδράσουν και να γνωριστούν με ένα πλήθος άλλων χρηστών που παρουσιάζονται να έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα με αυτούς. Σημαντικό στοιχείο για την αλληλοεπίδρασή τους με άλλα μέλη είναι η αυτοπαρουσίασή τους, το χτίσιμο του προφίλ τους. Για να το επιτύχουν αυτό παρουσιάζουν πολλά προσωπικά τους στοιχεία. Ποιά μπορεί να είναι αυτά;

quotes
Πολλές φορές μάλιστα τα ίδια άτομα που αυτοεκτίθενται σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει να είναι και υπέρμαχοι της προστασίας των προσωπικών δεδομένων

To ονοματεπώνυμό τους, η ηλικία τους, το σχολείο που πηγαίνουν, το επάγγελμά τους, το τηλέφωνό τους, η διεύθυνσή τους, τα μέρη που ταξιδεύουν, τα πράγματα που αγοράζουν, τα μαγαζιά που συχνάζουν, τις φωτογραφίες τους, βίντεο από προσωπικές τους στιγμές. Πολλές φορές μάλιστα τα ίδια άτομα που αυτοεκτίθενται σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει να είναι και υπέρμαχοι της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Την ίδια στιγμή που αντιδρούν σε κάθε κρατικό φακέλωμα, βρίσκονται πλήρως εκτεθειμένοι -με ή χωρίς τη δικά τους θέληση- σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης.

Θα αναρωτιόνταν βέβαια κανείς πόσο βάσιμη είναι αυτή η ανησυχία για την έκθεση των προσωπικών μας δεδομένων. Στην Ελλάδα πάντως όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη υπάρχει νομοθεσία που προστατεύει τα άτομα από την ανεξέλεγκτη χρήση των προσωπικών τους δεδομένων (νόμοι 2472/1997 και 3471/2006). Βασικός κανόνας που ισχύει είναι για να χρησιμοποιήσει κάποιος τα προσωπικά σου δεδομένα θα πρέπει να εξασφαλίσει την συγκατάθεσή σου. Η συγκατάθεση είναι ο βασικός κανόνας αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Για παράδειγμα ο Δήμος ή το σχολείο μπορούν να επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα χωρίς τη συγκατάθεση μας. Αυτό συμβαίνει γιατί χρειάζονται τα δεδομένα για να επιτελέσουν το έργο τους για παράδειγμα κάποιες έρευνες που καλούνται να διενεργούν αλλά καλύπτονται συνήθως από άλλες πτυχές της νομοθεσίας.

Ύστερα βέβαια από τον σάλο που προκλήθηκε από τις αποκαλύψεις του πρώην τεχνικού συμβούλου της Yπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (ΝSA) των ΗΠΑ Έντουαρντ Σνόουντεν για τις μαζικές παρακολουθήσεις που πραγματοποιούσε η κρατική υπηρεσία, η σημαντκότητα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων επανασηματοδοτείται. Το επικοινωνιακό περιβάλλον της παραγωγής, διασύνδεσης και εξόρυξης δεδομένων αύτη τη στιγμή που οι τεχνολογίες συνεχώς εξελίσσονται είναι πολύ ρευστό.

Έτσι ακόμα και αυτοί που δεν αποκαλύπτουν εξ αρχής όλα τα προσωπικά τους δεδομένα αλλά απλά συμμετέχουν σε κοινωνικά δίκτυα μπορούν να αποκαλύψουν άθελά τους πλήθος πληροφοριών που δεν έχουν τον έλεγχό τους. Στις ΗΠΑ εδώ και λίγο καιρό ερευνητές μελέτησαν τις σελίδες στο Facebook 58.000 χρηστών και ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά ευαίσθητα προσωπικά τους δεδομένα.

Οι ερευνητές μπόρεσαν να μαντέψουν ασφαλώς τη φυλή, την σεξουαλικότητα, τη χρήση ναρκωτικών ουσιών και τις πολιτικές απόψεις των χρηστών μόνο και μόνο από τα like που έκαναν σε αναρτήσεις άλλων χρηστών, ακόμα και στην περίπτωση που οι χρήστες είχαν αποκρύψει αυτά τα δεδομένα στις προσωπικές τους σελίδες.

Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τέτοιου είδους αναλύσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από το τμήμα μάρκετιγκ οποιασδήποτε εταιρίας που επιθυμεί να βελτιώσει τα προϊόντα της ή και να τα προωθήσει σε ανάλογες ομάδες χρηστών. ‘Όπως όμως καταλαβαίνουμε τέτοιες έρευνες και αναλύσεις μπορούν να γίνουν χωρίς την ρητή συναίνεση του χρήστη και χωρίς οι χρήστες να το αντιληφθούν. Επιχειρήσεις, κυβερνητικοί οργανισμοί ή ακόμα και οι «φίλοι» στο Facebook, , θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν λογισμικό που θα αποκάλυπτε στοιχεία όπως η νοημοσύνη, ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή οι πολιτικές πεποιθήσεις που ίσως δεν σκόπευε να αποκαλύψει ο χρήστης όταν έκανε Like ή κοινοποίηση σε κάτι.

Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει από όλα αυτά έχοντας μάλιστα βιώσει στην Ελλάδα στο παρελθόν μια δικτατορία όπου οι άνθρωποι σκέφτονταν ακόμα και εφημερίδα να αγοράσουν,   από το φόβο της αποκάλυψης των πολιτικών τους πεποιθήσεων, τι είναι αυτό που μας σπρώχνει στην αυτοαποκάλυψη στα κοινωνικά δίκτυα.

Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η ανάγκη για δημοφιλία αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την αυτοαποκάλυψη και ο βαθμός εμπιστοσύνης και αυτοεκτίμησης καθορίζουν τον έλεγχο των πληροφοριών. Επίσης φαίνεται ο ναρκισσισμός να είναι καθοριστικός παράγοντας που αυξάνει την αποκάλυψη προσωπικών πληροφοριών.

Η ζωή μας δηλαδή ίσως αποκτάει άλλο νόημα όταν εκτίθεται στα μάτια των άλλων. Ίσως όλοι κατά βάθος να θέλουμε να καταγράφει κάποιος τη ζωή μας, να έχουμε κάποιον να του μιλάμε γι αυτά που ζούμε, γιατί έτσι νιώθουμε ότι υπάρχουμε.

Ίσως στο παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο του Ι. Γιάλομ «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», να βρίσκεται τελικά η λύση:

« Η χαρά να σε παρατηρούν ήταν τόσο μεγάλη που ο Μπρόιερ πίστευε ότι ο αληθινός πόνος των γηρατειών, του πένθους, του να ζεις αφού οι φίλοι σου έχουν πεθάνει, ήταν η απουσία εξονυχιστικής παρατήρησης –η φρίκη του να ζεις μια ζωή που δεν την παρατηρεί κανείς».