Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής

Τα σχολεία άνοιξαν μέσα σε ένα μπαράζ προπαγάνδας και αποπροσανατολισμού από την πλευρά της κυβέρνησης και φόβου και ανασφάλειας από την πλευρά των γονέων των μαθητών και γενικά της κοινωνίας.

Κάναμε ότι ήταν δυνατόν να γίνει, δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις για την ασφάλεια των μαθητών είναι το μοτίβο της Κυβέρνησης, όπως πάντα ισχυρίζεται ότι κάνει το παν να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της κρίσης που βαθαίνει, η φτώχεια και η ανασφάλεια την ώρα που δίνει κυριολεκτικά ψίχουλα για τις τεράστιες κοινωνικές ανάγκες.

Το διδακτικό προσωπικό έχει προσληφθεί και είναι όλοι στις θέσεις τους, ισχυρίζεται, οι εργαζόμενοι που φροντίζουν την καθαριότητα, τα κάθε είδους υλικά που είναι αναγκαία για την προφύλαξη της σχολικής κοινότητας.

Δυστυχώς για άλλη μία φορά, όπως πολλές φορές συμβαίνει ολόκληρη η δημόσια συζήτηση που εξελίχθηκε πριν το άνοιγμα των σχολείων ήταν πέρα από τα πραγματικά προβλήματα, σχεδιασμένα αποπροσανατολιστική και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, αναμεταδίδοντας τα κυβερνητικά ψεύδη και συγκαλύπτοντας τα προβλήματα.

Κυριάρχησε στη  δημόσια συζήτηση το θέμα της μάσκας και του παγουρίνο, είναι ή δεν είναι επικίνδυνη η μάσκα για τους μαθητές, μπορούν να τη φορούν τόσες ώρες και τα μικρά παιδιά μπορούν να ανταποκριθούν, πήγαν στα σχολεία οι μάσκες ή πότε φτάνουν στους προορισμούς τους;

Η χρήση της μάσκας όμως είναι δευτερεύον στοιχείο, προστατεύει ως ένα βαθμό και τίποτα παραπάνω.

Οι ειδικοί τονίζουν σε όλους τους τόνους ότι ο συνωστισμός και οι επαφές είναι η πιο βασική αιτία μετάδοσης του ιού. Αυτό λογικά πρέπει να οδηγεί στην αποσυμφόρηση των αιθουσών, στην αύξηση τους ώστε σε κάθε τμήμα να είναι όσο το δυνατόν λιγότεροι μαθητές. Οι υγειονομικοί υποστηρίζουν ότι αν σε ένα τμήμα 15 μαθητών οι επαφές μεταξύ τους είναι Α σε ένα τμήμα 25 μαθητών οι επαφές, άρα και ο κίνδυνος μετάδοσης, είναι Α+ A/2, τόσο πολύ. Δεν θέλει και πολύ φιλοσοφία για να γίνει αυτό κατανοητό.

Για να συμβούν όλα αυτά και να είναι η προετοιμασία για την έναρξη των σχολείων ολοκληρωμένη έπρεπε κατά την περίοδο της καραντίνας που περάσαμε και μέχρι τώρα και με δεδομένο ότι με σιγουριά αναμενόταν το δεύτερο κύμα της πανδημίας να έχουν εξευρεθεί αίθουσες, κρατικές ή δημοτικές ή να νοικιαστούν και να προσληφθεί το ανάλογο προσωπικό.

Αντί για αυτό όμως το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ή Θρησκευμάτων και Παιδείας όπως καλύτερα ταιριάζει με τις αντιλήψεις της υπουργού αντί ως 15 μαθητές μάξιμουμ σε κάθε τμήμα αποφάσισε να γίνουν 25 οι μαθητές, ενώ στην πράξη σε πολλά σχόλια είναι περισσότεροι, ως 28 και 30.

Είναι σαφέστατο ότι η κυβέρνηση δεν έχει καμία πρόθεση να ξοδέψει για την προστασία των μαθητών σημαντικά ποσά παρά μόνο τα ελάχιστακαι έσπευσε να μη ξοδεύσει σημαντικά τα κονδύλια για τα σχολεία και για την παιδεία γενικότερα.

Για νέες αίθουσες δεν ξοδεύτηκε ούτε ένα ευρώ.

Την ημέρα που άνοιξαν τα σχολεία έχουν προσληφθεί σχεδόν 25.000 εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ πέρυσι προσλήφθηκαν περίπου 42.000. Από το μόνιμο προσωπικό 3500 εκπαιδευτικοί που υπηρέτησαν πέρυσι συνταξιοδοτήθηκαν και μερικές χιλιάδες δεν μπαίνουν φέτος στην τάξη διότι ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Δηλαδή η σχολική χρονιά ξεκινά με 25.000 κενά εκπαιδευτικών και με τμήματα που στις μεγάλες τουλάχιστον πόλεις ξεπερνούν τους 25 μαθητές.

Έτσι μετριέται η υπερευαισθησία της κυβέρνησης και τα παχιά λόγια.

Οι φωνές που αντιστέκονται που αποκαλύπτουν αυτή την τακτική της Κυβέρνησης, συνολικά η κοινωνία πρέπει να προβάλλουν πολύ πιο έντονα τα πραγματικά προβλήματα, να προβάλλουν τα αντίστοιχα αιτήματα και να δυναμώσουν τους αγώνες για την παιδεία και γενικά για την προοπτική του λαού.

Γεράσιμος Αραβανής