Την Κυριακή 10 Αυγούστου με πρωτοβουλία της Ένωσης Αγιοπετριτών Αττικής παρουσιάστηκε στον Άγιο Πέτρο Λευκάδας η μεγάλη αναδρομική έκθεση του Fritz Berger. Στην έκθεση παραβρέθηκε και η ομογενής βουλευτής του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος της Ομοσπονδιακής Βουλής της Αυστραλίας, κ. Μαρία Βαμβακινού. Η βουλευτής γεννήθηκε στον Άγιο Πέτρο Λευκάδας και το 1963 σε ηλικία τεσσάρων ετών μετανάστευσε με την οικογένειά της στην Αυστραλία.. Η Μαρία Βαμβακινού είναι η πρώτη γυναίκα, ελληνικής καταγωγής, που κέρδισε την εμπιστοσύνη των Αυστραλών και ψηφίστηκε ομοσπονδιακή βουλευτής στη χώρα. Εμείς συναντήσαμε την Μαρία Βαμαβκινού και είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί της αποκλείστηκα για την ζωή της στην Αυστραλία, την καριέρα της στην πολιτική σκηνή και τις αναμνήσεις που έχει από τον Άγιο Πέτρο και οι οποίες φαίνεται να είναι βαθιά ριζωμένες στην μνήμη του τότε τεσσάρων χρόνων κοριτσιού που μετανάστευσε μαζί με την οικογένεια στην Αυστραλία. Το 1990 εκλέχθηκε για πρώτη φορά δημοτικός σύμβουλος στην περιοχή του Νόρθκοτ και από το 2001 εκλέγεται ως βουλευτής στις ομοσπονδιακές εκλογές. Είναι παντρεμένη με το δρ. Μιχάλη Μιχαήλ και έχουν δύο παιδιά, τον Σταύρο και την Στέλλα.

Κυρία Βαμβακινού το 1963 σε ηλικία τεσσάρων ετών μεταναστεύσατε με την οικογένειά σας στην Αυστραλία. Πόσα χρόνια έχετε να επεσκέφθητε την πατρίδα;

«Έχω να έρθω 12 χρόνια. Ήρθα στον Άγιο Πέτρο για πρώτη φορά το 1977, όταν είχα τελειώσει το Γυμνάσιο και οι γονείς μου με έστειλαν στην Ελλάδα και στον Άγιο Πέτρο, φυσικά. Είναι μάλλον η πέμπτη φορά που γυρίζω, αλλά η τελευταία μου φορά ήταν το 2002 όταν είχα εκλεγεί στην Ομοσπονδιακή Βουλή της Αυστραλίας και τότε ήρθα με τον άντρα μου και με τα παιδιά μου, τα οποία ήταν μικρά.»

Πως νιώσατε μετά από χρόνια να γυρίζεται στο χωριό που γεννηθήκατε; Ποιες είναι οι αναμνήσεις που έχετε κρατήσει;

«Για μένα προσωπικά το ’77 ήταν μία επανασύνδεση με τον τόπο γεννήσεώς μου. Και τώρα ιδιαίτερα που η κόρη μου είναι 19 χρονών και ανήκει στην τρίτη γενιά αυστραλέζα, βλέπω και την κόρη μου να αναζητάει κι’ αυτή τις ρίζες της. Θέλει να δει το σπίτι της γιαγιάς, το σπίτι του παππού, έχει γνωρίσει την αδελφή της μητέρας μου, την αδελφή του πατέρα μου και προσπαθεί η ίδια να συνδέσει όλους αυτούς τους ανθρώπους που δεν γνωρίζει. Όλα αυτά είναι άτομα τα οποία ανήκουνε στην οικογενειακή της κληρονομιά.»

Ζούσαμε μέσα στο Ελληνικό περιβάλλον και ήταν μια διπλή ζωή

Η μετανάστευση είναι χαρακτηριστικό στοιχείο του Έλληνα. Και είναι σίγουρο πως οι Έλληνες της διασποράς έχουν μία άλλη σχέση με αυτή τη χώρα. Την αγαπούν διαφορετικά και πάντα προσπαθούσαν να κρατήσουν ζωντανή και να μεταδώσουν στην επόμενη γενιά την ελληνική γλώσσα και κουλτούρα. Δύσκολο εγχείρημα ειδικά για τα παιδιά που όπως έχετε πει χαρακτηρίστηκα ζουν μια διπλή ζωή.

«Οι γονείς μου μετανάστευσαν στην Αυστραλία, στην δεκαετία του ’60, που ήμουνα παιδί του δημοτικού σχολείου. Μαζί με την αδελφή μου, μιλούσαμε, ζούσαμε, το ‘χω χαρακτηρίσει σαν μια διπλή ζωή. Γιατί την ημέρα πηγαίναμε στο σχολείο, μιλούσαμε αγγλικά και προσπαθούσαμε κάπως αν όχι να αφομοιωθούμε, αλλά κάπως να διαπραγματευτούμε την πραγματικότητα της Αυστραλίας και του Αυστραλού, η οποία ήταν τελείως διαφορετική απ’ ότι ήταν στο σπίτι. Το βράδυ πηγαίναμε στο σπίτι και μιλούσαμε την Ελληνική γλώσσα. Πηγαίναμε στο Ελληνικό σχολείο. Ζούσαμε μέσα στο Ελληνικό περιβάλλον και ήταν μια διπλή ζωή, γιατί είμαστε ακόμα μικρά παιδιά και δεν μπορούσαμε να συνθέσουμε αυτά τα δύο πράγματα, ώστε να καταλάβουμε τελικά την ταυτότητά μας.»

Αυτό σίγουρα είναι κάτι που έχουν από κοινού οι Έλληνες της διασποράς. Τελικά καταφέρατε να βρείτε την ταυτότητα σας;

«Μεγαλώνοντας θα έλεγα ναι την δεκαετία του ’70 όταν ήμουνα πια στο γυμνάσιο. Η δεκαετία του ’60 ήταν μία δεκαετία προσανατολισμού στην Αυστραλία. Στην Αυστραλία ήταν μεγάλο το μεταναστευτικό κίνημα, όπως ξέρετε. Είχαν έρθει πάρα πολλοί από την μεταπολεμική Ευρώπη. Ήμασταν πολλοί ξένοι και υπήρχαν επεισόδια ρατσισμού. Μετά στην δεκαετία του ’70 ήμουνα πια στα εφηβικά μου χρόνια άρχισα κι εγώ και οι άλλοι της γενιάς μου να αντιδρούμε ενάντια και στους γονείς μας, οι οποίοι πιστεύαμε πως μας καταπίεζαν με όλη αυτή την ελληνικότητα. Ήμασταν όμως τυχεροί γιατί την δεκαετία του ’70 έγινε κάτι πολύ σημαντικό στην Αυστραλία. Η κυβέρνηση της Αυστραλίας τότε υιοθέτησε μια πολιτική πολιτισμού. Και εκεί που το θεωρούσαμε μειονέκτημα να ήμαστε Έλληνες ή Ιταλοί ή Γιουγκοσλάβοι, το να είσαι μετανάστης έγινε πλεονέκτημα. Έγινε τόσο της μόδας, που πιστεύω εμένα σ’ αυτά τα ευαίσθητα χρόνια με βοήθησε πάρα πολύ. Οπότε όταν ήρθα στην Ελλάδα το ’77 πηγαίνοντας στο πανεπιστήμιο, από τα 25 μου και μετά άρχισα να αισθάνομαι ότι δεν ήμουνα πια μια διπλή ταυτότητα. Η ταυτότητά μου ήτανε καθ’ εαυτού ελληνικής καταγωγής με ενεργή κληρονομιά. Μιλούσα Ελληνικά, μεγάλωσα με Ελληνικά ήθη και έθιμα, τα οποία ζητούσανε οι αυστραλοί οι ίδιοι πλέον, άρχισαν να αγαπούν τα ελληνικά φαγητά.

Ζείτε και πολιτεύεστε σε μια χώρα στην οποία ζουν πολίτες από πάρα πολλές εθνικότητες. Πως συνδυάζονται και πως είναι ο τυπικός αυστραλός;

«Η ταυτότητα της Αυστραλίας ακόμα πλάθεται. Και εκεί συμμετέχουμε κι εμείς οι μετανάστες. Εγώ είμαι αυστραλέζα και ο τυπικός αυστραλός είναι κάποιος που έχει μια μεταναστευτική ιστορία είτε πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης γενιάς. Όλοι οι αυστραλοί της σύγχρονης Αυστραλίας είναι μετανάστες, έτσι είναι η ταυτότητα. Οπότε, είμαι μια αυστραλέζα η οποία έχει μια ελληνική κληρονομιά κι είναι δίγλωσση. Άλλος έχει ιταλική κληρονομιά. Οι πιο νέοι που έρχονται τώρα, περνάνε από τα ίδια στάδια που περάσαμε κι εμείς. Έτσι τους βοηθάμε κι αυτούς να φτάσουνε εκεί που έχουμε φτάσει εμείς. Δεν γίνεσαι αυστραλός με το να γίνεις αυστραλός υπήκοος.»

Θέλω να μου μιλήσετε για το κλασσικό όνειρο που έχει κάθε μετανάστης. Εννοώ το σύνδρομο της επιστροφής, το έχετε και εσείς αυτό;

Μπορώ να σας πω ότι η πρώτη γενιά, πάντα είχε το όνειρο της επιστροφής. Οι γονείς μου, όλοι τους. Κι αυτό δεν τους άφησε στα πρώτα τους χρόνια να δεθούν ή να πάρουν απόφαση ότι εκεί θα μείνουν και να προσαρμοστούν. Κι είναι φυσικό αυτό. Φύγανε όλοι 30 χρονών, 35, 25 χρονών, συνέχισαν την ζωή τους σε άλλες χώρες και ήταν ξένοι. Ενώ τα εγγόνια τους είναι γεννημένα στην Αυστραλία και έχουνε καταλάβει, κι έχουν αποφασίσει πια ότι εκεί ανήκουν. Ότι εκεί είναι ο χώρος τους. Εκεί είναι το σπίτι τους, εκεί είναι η ζωή τους. Σπάνια θα βρεις τώρα έναν έλληνα της πρώτης γενιάς να μιλάει για επιστροφή. Αυτοί που ήτανε να φύγουν φύγανε μετά από 10-15 χρόνια και πολλοί ξαναγυρίζουν τώρα στην Αυστραλία.

Σε πολύ μικρή ηλικία ασχοληθήκατε με τα κοινά. Για πρώτη φορά το 1975, όταν ο Γενικός Κυβερνήτης της Αυστραλίας απέλυσε τον πρωθυπουργό. Ήταν μια εποχή «πολιτικής αφύπνισης», όπως έχετε πει χαρακτηριστικά και ίσως το μοναδικό συμβάν που μπορεί να θεωρηθεί ως «επανάσταση» για την Αυστραλία.
«Μεγάλωσα σε μια γειτονιά που ήταν όλοι Έλληνες και πολλοί Λευκαδίτες και πολλοί Αγιοπετρίτες και φυσικά εκείνη την εποχή όλοι αυτοί οι χωριανοί, όλοι δημιουργούσαν αδελφότητες. Εμένα μου άρεσε πάντα να ασχολούμαι, πάντα μου άρεσε να βοηθάω. Εν το μεταξύ σαν μαθήτρια στην δεκαετία του ’70, με ενδιέφεραν τα πολιτικά και σπούδασα πολιτικές επιστήμες. Η δεκαετία το 1975 ήταν πολιτικά μια άνθηση στην Αυστραλία. Το εργατικό κόμμα στο οποίο ανήκω σαν βουλευτής είχε αγκαλιάσει τους μετανάστες, διεκδικούσε τα δικαιώματά μας και είναι φυσικό ότι θα πήγαινα σε ένα τέτοιο κόμμα γιατί ήταν προοδευτικό. Το ’75 όταν απέλυσε ο γενικός κυβερνήτης τον πρωθυπουργό μας έγινε η πρώτη και μεγαλύτερη κρίση στην Αυστραλία. Κι έτσι άρχισα.»

Είστε η πρώτη ελληνογεννημένη βουλευτής, στην ομοσπονδιακή βουλή. Πως νιώθετε για αυτό;

«Τώρα έχω μείνει και η μόνη ελληνογεννημένη στην ομοσπονδιακή βουλή. Κάποτε ήμασταν δύο, αν και η Σοφία είχε γεννηθεί στην Αυστραλία. Αισθάνομαι πως βρίσκομαι στον πολιτικό χώρο και συμμετάσχω σε αυτό το επίπεδο είναι ένα κατόρθωμα το οποίο δείχνει ότι σαν μετανάστης έχεις πάρει την καρέκλα σου στο τραπέζι αυτής της χώρας. Και αυτό όχι μόνο μας αξίζει, αλλά νιώθω ότι τελικά μπορείς να διαμορφώσεις την πολιτική όχι μόνο στην χώρα που ζεις αλλά μπορείς να βοηθήσεις και την ίδια σου την παροικία σ’ αυτό το επίπεδο. Και αυτή είναι η δουλειά που κάνω. Και εγώ και οι άλλοι συνάδελφοι που είμαστε από την ελληνική παροικία και από άλλες παροικίες. Είμαστε η πολιτική φωνή όχι μόνο αυτών που αντιπροσωπεύουμε στην βουλή αλλά όλων των ανθρώπων είτε είναι έλληνες είτε έχουν άλλη εθνικότητα γιατί πρέπει να σας πω, πως η μεγαλύτερή εθνικότητα μέσα στην δική μου έδρα είναι τουρκόφωνοι, δεν είναι ελληνόφωνοι. Βέβαια για τα ελληνικά θέματα έχω μια ιδιαίτερη υποχρέωση είμαι η φωνή της ελληνικής παροικίας.»

Με την εκλογή μου δικαιώθηκε η απόφαση του πατερά μου να μεταναστεύσει.

Ο πατέρας σας, μετανάστης της πρώτης γενιάς ένιωσε δικαιωμένος όταν εκλεχτήκατε.

«Είχε πει ο πατέρας μου, τον οποίο έχασα πρόσφατα, όταν τον ρώτησαν, πώς αισθάνεται που εκλέχτηκε η κόρη του στην βουλή, ότι δικαιώθηκε η απόφαση του να μεταναστεύσει. Και νομίζω ότι ο πατέρας μου χρησιμοποιώντας αυτή την απάντηση μιλούσε για όλους τους μετανάστες. Γιατί δεν είμαι η μόνη πετυχημένη ελληνίδα στην Αυστραλία. Υπάρχουν κι’ άλλοι, οι οποίοι έχουν πετύχει σε άλλους χώρους. Δηλαδή η ελληνική παροικία γενικά έχει πετύχει. Γιατί αυτή η γενιά ήρθε με τίποτα δεν μιλούσε αγγλικά, δεν ήξερε τι γινόταν γύρω της, τους πήγαν κατ’ ευθείαν στα εργοστάσια. Όλες αυτές οι δυσκολίες μας έκαναν πιο δυνατούς. Οι συνθήκες μας έκαναν πιο αυτόνομους και μάθαμε να λειτουργούμε σε μια χώρα που δεν ήταν η δίκη μας.»

Οι Έλληνες περνάμε πάλι δύσκολα χρόνια μέσα στην χώρα. Πολλά νέα παιδιά έχουν φύγει αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό. Πιστεύετε πως ισχύει αυτό που λένε ότι η Ελλάδα διώχνει τα παιδιά της;

Αυτό που ακούω κι εγώ συνέχεια είναι ότι οι Έλληνες έξω διαπρέπουμε αλλά στη χώρα τους οι Έλληνες δυστυχώς έχουν δείξει ένα πολύ άσχημο εαυτό, ο οποίος μας οδήγησε σ’ αυτή την περιβόητη κρίση. Δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα διώχνει τα παιδιά της. Εγώ πιστεύω ότι η μεταπολεμική Ελλάδα ειδικά, δεν μπορούσε να κρατήσει τα παιδιά της, Οι γονείς και όλοι αυτοί φύγανε από αυτό το χωριό που βρισκόμαστε σήμερα δεν φύγανε επειδή στην ουσία τους έδιωξε κανείς. Φύγανε, γιατί θέλανε προοπτικές κι ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους. Εν τω μεταξύ η Αυστραλία είχε ανάγκη από μετανάστευση κι έτσι ο ένας τράβηξε τον άλλον. Αυτό που με ρωτάνε εμένα στην Αυστραλία τώρα με την κρίση στην Ελλάδα, είναι πως είναι δυνατόν η ελληνική παροικία εδώ να έχει πετυχημένους έλληνες και στην Ελλάδα να μην είναι; Δεν μπορούν να το χωνέψουν αυτό.

Τι τους απαντάτε;

Εγώ νομίζω ότι ο Έλληνας γενικά έχει τρομερές ικανότητες. Αλλά μόνο όταν βρίσκεται στριμωγμένος. Γιατί οι Έλληνες που ήταν έξω, ήταν στριμωγμένοι. Και πήγανε εκεί με το σκοπό να κάνουν κάτι για τον εαυτό τους για τα παιδιά τους, για την οικογένειά τους. Όταν φεύγεις καμιά φορά από το χώρο της βόλεψής σου, εκεί δείχνεις εάν πνίγεσαι ή αν κολυμπάς. Τώρα θα δείξει εάν οι Έλληνες που είναι εδώ θα καταφέρουν να κολυμπήσουν γιατί έχουν ξεβολευτεί. Χρειάζονται τρομερές αλλαγές, αλλαγές που πρέπει να γίνουν. Εδώ θα δείξει ο Έλληνας στην Ελλάδα εάν μπορεί και έχει τις ικανότητες και να τολμήσει σαν τους έλληνες του εξωτερικού. Εδώ θα δούμε κατά πόσο μοιάζουμε πραγματικά. Να ανεχτεί τις δυσκολίες και να τις ξεπεράσει. Όπως οι Έλληνες της διασποράς.

Στην Αυστραλία πως το ακούσατε όλο αυτό για την κρίση; Πως το σχολιάσανε εκεί;

Το σχολιάσανε πολύ άσχημα. Τεμπέληδες είναι οι Έλληνες έλεγαν και φοροφυγάδες. Περιμένανε να τους ζήσουνε οι Γερμανοί. Ήταν τόσο άσχημα στο σημείο που μας ανησύχησε όλους και εμένα και την παροικία γενικά, γιατί δεν μας άρεσε να τα ακούμε. Πονάει και πολλές φορές είναι και τι ερμηνεία δίνει ο άλλος στις εξελίξεις. Νομίζω ότι είχε ξεπέσει λίγο η Ελλάδα σε μια νοοτροπία ότι τους συντηρούσανε άλλοι, οικονομικά. Δεν ήταν παραγωγικοί οι έλληνες.

Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά που λέει πως συνειδητά μας οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση και εξάρτηση. Η Γερμανία έχει φτιάξει μια Ευρώπη στα μέτρα της.

Εγώ αγαπάω πάρα πολύ αυτή την αίσθηση του έλληνα να συνωμοτεί για τα πάντα. Οι έλληνες συνωμοτούν, αλλά υπάρχουν και αλήθειες.

Δεν είναι όμως όλα συνομωσία. Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια Ευρώπη τουλάχιστον 2 ταχυτήτων και κερδισμένη βγαίνει συνήθως η Γερμανία. Με Ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες σταματήσαμε να παράγουμε σαν χώρα σε πολλούς τομείς. Κακώς βέβαια το δεχτήκαμε άλλα είναι τώρα μια πραγματικότητα.

Αυτό σαν πολιτικός μπορώ να σας ότι είναι μια πραγματικότητα. Οι Έλληνες σταμάτησαν να είναι παραγωγικοί. Εγώ θυμάμαι το ’70, ’77 που ήρθα εδώ και το ’85 που ήμουνα εδώ είχαν κάποια βιοτεχνία, έφτιαχναν παπούτσια, έφτιαχναν ρούχα. Εκεί έγινε ζημιά στην Ελλάδα. Και στο τέλος έπεσαν όλοι στον τουρισμό. Ούτε αυτό όμως το είδαν επαγγελματικά! Δεν το εκμεταλλεύονται όπως θα έπρεπε. Βλέπουμε ότι υπάρχουν ορισμένες προσπάθειες να προωθηθούν τοπικά προϊόντα κι έξω, αυτό πουλάει. Δεν πουλάει όμως μόνο το προϊόν, πουλάει και η ιστορία που έρχεται μαζί του. Η Ελλάδα έχει μορφωμένους ανθρώπους οι οποίοι δεν στηρίζονται να δημιουργήσουν. Χρειάζεται να στηρίξουμε την εκπαίδευση και τους ανθρώπους γύρω από αυτήν. Έτσι θα γίνει η αλλαγή. Μπορεί αυτή τη χώρα να εκμεταλλευτεί όχι μόνο το φυσικό της πλούτο αλλά και τον ανθρώπινο, την ανθρώπινη δύναμη που έχει.

Η Ελλάδα είναι μια δυτική χώρα, δημοκρατική αλλά ο τρόπος λειτουργίας της πολλές φορές ήταν τριτοκοσμικός.

Πιστεύετε πως η κυβέρνηση και οι πολιτικοί γενικότερα ανταποκρίνονται σωστά απέναντι στην κρίση;

Νομίζω ότι κάνουν αυτό που γνωρίζουν σαν πολιτικοί ότι πρέπει να κάνουν, για να μπορέσουν να σταδιοδρομήσουν τη χώρα. Χρειάζονται αλλαγές, να γίνει η χώρα πιο σύγχρονη και πιο δυτικοποιημένη. Η Ελλάδα είναι μια δυτική χώρα, δημοκρατική αλλά ο τρόπος λειτουργίας της πολλές φορές ήταν τριτοκοσμικός. Η Αυστραλία για παράδειγμα είναι μια πετυχημένη χώρα, αλλά η επιτυχία της δεν ήρθε ουρανοκατέβατη. Έχει ένα φορολογικό σύστημα που λειτουργεί. Ένα σύστημα Διοίκησης το οποίο την έχει βοηθήσει να μπορέσει να οργανώνεται οικονομικά και κοινωνικά. Βέβαια όταν μιλάμε για πολιτική παντού υπάρχει και στην Αυστραλία η διαπλοκή και η διαφθορά. Αλλά προφανώς όχι σ’ αυτό το βαθμό. Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι και μόνο η ιδέα ότι θα ‘φευγε η Ελλάδα από το ευρώ ή από την Ευρώπη ήταν τόσο λανθασμένη. Δεν μπορεί η Ελλάδα πια να ξεφύγει ή να φύγει από αυτό το χώρο. Το μέλλον της είναι σ’ αυτό το χώρο και πρέπει να έχει την ικανότητα και την εξυπνάδα και την θέληση και την θυσία. Γιατί χρειάζονται να γίνονται ορισμένες θυσίες, να μπορέσει να διαπραγματευτεί σ’ αυτό το χώρο της Ευρώπης και να μπορέσει να δώσει καλύτερες προοπτικές ειδικά στη νέα γενιά και στους νέους. Είναι η χαμένη γενιά. Δεν θα ήθελα να πιστέψω ποτέ ότι δεν θα τα ξεπεράσει τα προβλήματα αυτά.

Ο κόσμος έχει φτάσει στα όρια του όπως βλέπουμε.

Καταλαβαίνω γιατί μιλάω με τον κόσμο. Δεν μπορείς να φορολογήσεις ακόμα και τις πέτρες, αυτό είναι αλήθεια. Χρειάζεται να γίνει πιο δίκαιο το όλο σύστημα. Γιατί ο άλλος με το δίκιο του θα πει “γιατί να κάνω εγώ τη θυσία και δεν την κάνεις εσύ;”

Για αυτό το λόγο κιόλας πολλοί επιλέγουν την μετανάστευση και ειδικά προς την Αυστραλία. Υπάρχει μια πρωτοβουλία που λέγεται workingholidayvisa, πείτε μας τι είναι ακριβώς;

Το workingholidayvisa είναι μία visa για την οποία έγινε μεγάλη προσπάθεια από εμάς τους βουλευτές και από την ελληνική παροικία στην Αυστραλία. Είναι κάτι το οποίο δέχτηκε, η δική μας κυβέρνηση στην Αυστραλία χωρίς καμία αντίδραση γιατί ήθελαν να βοηθήσουν. Η visa αυτή ισχύει για άτομα τα οποία είναι από 19 χρονών μέχρι 30. Είναι ειδικά για τους νεώτερους και σου δίνεται η ευκαιρία να ‘ρθεις στην Αυστραλία αρχικά για ένα χρόνο να κάνεις και τον τουρισμό σου αλλά και να δουλεύεις νόμιμα. Μπορείς να δουλεύεις και αυτό είναι το κλειδί. Γιατί πολλοί ήρθαν στην Αυστραλία τα τελευταία 2-3 χρόνια με τουριστικές βίζες και δούλευαν παράνομα και αρχίσαμε να έχουμε προβλήματα εκεί. Όχι μόνο σαν παροικία αλλά και οι ίδιοι που ήρθαν. Τον περασμένο Μάρτιο είχε έρθει η Υπουργός Τουρισμού στην Αυστραλία η κυρία Κεφαλογιάννη την οποία γνωρίσαμε στην Καμπέρα. Υπογράφτηκε ένα memorandumofunderstanding για την βίζα. Εμείς σαν Αυστραλία είμαστε έτοιμοι, περιμένουμε κάποια διαδικασία στην ελληνική βουλή.

Η Ελλάδα όμως καθυστερεί την υπογραφή διακρατικής συμφωνίας με την Αυστραλία για το θέμα έκδοσης τουριστικής βίζας με δικαίωμα εργασίας. Ίσως πιστεύει ότι θα υπογράψει μια πιο «ευνοϊκή» συμφωνία με την Αυστραλία.

Δεν ξέρω γιατί δεν έχει γίνει ακόμα. Όταν έφυγε η κυρία Κεφαλογιάννη από την Αυστραλία μείναμε όλοι με την εντύπωση ότι θα τελειώναμε και θα έμπαινε σε εφαρμογή. Από το περασμένο Μάρτιο δεν ξέρουμε τι έχει γίνει σε ελληνικό επίπεδο.

Θέλω να γυρίσουμε στον Άγιο Πέτρο στο χωριό σας. Πείτε μου τι είναι αυτό που σας αρέσει πάρα πολύ στη Λευκάδα; Και τι είναι αυτό που πιστεύεται ότι θα ‘πρεπε να αλλάξουμε;

HΛευκάδα είναι ένα πανέμορφο νησί που μπορεί να στηριχτεί στο τουρισμό. Και ειδικά στα τοπικά προϊόντα πιστεύω ότι θα πρέπει να επικεντρωθεί σε τοπικό επίπεδο. Υπάρχουν παραγωγές οι οποίες θα μπορούσε η Ελλάδα να πουλήσει έξω αλλά και εσωτερικά να δημιουργηθεί μια αγορά με προϊόντα που θα κινούνται και μεταξύ των νησιών στην Περιφέρεια μας. Δηλαδή να βοηθά το ένα νησί το άλλο. Για τον Άγιο Πέτρο αλλά και τα άλλα χωριά χρειάζεται να δοθεί η ευκαιρία και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για αυτούς που έχουν φύγει από εδώ και θέλουν να γυρίσουν, να μπορέσουν να κάνουν κάτι στα χωριά τους. Γιατί η τρίτη γενιά της Αυστραλίας για παράδειγμα, τα δικά μου παιδιά που αναζητούν τις ρίζες τους και έρχονται εδώ, για αυτά τα παιδιά της διασποράς πρέπει να υπάρχει επίσης κάτι για να μπορούν να προσφέρουν.

Πρέπει να υπάρχει ένα τμήμα σε πανεπιστημιακό επίπεδο ακόμα και στα γυμνάσια που να διδάσκεται και η μεταναστευτική ιστορία της Ελλάδας

Να ανοιχτεί η κοινωνία στην ουσία σε όλα αυτά τα παιδιά που θέλουν να γυρίσουν στον τόπο τους και να προσφέρουν γνώση, χωρίς να είναι φοβικοί απέναντι σε αυτό; Στην ουσία αυτό που λείπει παντελώς είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των Ελλήνων της διασποράς και των Ελλήνων της χώρας. Όλο αυτό το δυναμικό που βρίσκεται έξω δεν έχει καμία πρόσβαση να ενταχθεί στην Ελλάδα πραγματικά.

Γιατί νομίζουν στη Ελλάδα πως τα παιδιά που ήρθαν εδώ είναι περαστικοί, σαν τουρίστες και θα φύγουν ενώ έχουν την ικανότητα και τη θέληση να δεθούν με τη χώρα αυτή. Δυστυχώς δεν υπάρχει σε κανένα ανώτατο ίδρυμα κανένα τμήμα στην Ελλάδα το οποίο διδάσκει την μεταναστευτική ιστορία της Ελλάδας. Στην Αυστραλία μαζεύουμε τις ιστορίες μας, την μεταναστευτική ιστορία μας. Θα πρέπει να υπάρχει, τουλάχιστον ένα τμήμα σε πανεπιστημιακό επίπεδο ακόμα και στα γυμνάσια που διδάσκεται η ιστορία της Ελλάδας η σύγχρονη και η αρχαία, να διδάσκεται και η μεταναστευτική της ιστορία. Να συνδέεται η ιστορία της διασποράς, του απόδημου ελληνισμού με την Ελλάδα. Να περάσει η μεταναστευτική ιστορία της Ελλάδας στην ελληνική εκπαίδευση. Νομίζω ότι μόνο έτσι θα μπορέσεις να δέσεις την τρίτη και τέταρτη γενιά διασποράς.

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για αυτή τη πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί σας. Κλείνοντας θα ήθελα να μας πείτε, ποιο είναι το αγαπημένο σας σημείο στο χωριό σας. Που νιώθετε τις ρίζες σας;

Υπάρχει αυτό το σημείο και είναι ο δρόμος εδώ ανεβαίνοντας προς το χωριό. Από την πρώτη φορά που ήρθα το ’77 με έφεραν εδώ σ’ αυτό το σημείο λίγο πιο κάτω και θυμόμουν σε ποια κατεύθυνση ήταν το σπίτι μου, τα Βαμβακινάτα που λένε και που ήτανε το σπίτι της μητέρας μου τα Λουπετάτα. Το αλώνι της μητέρας μου. Οπότε για εμένα εκείνο το σημείο ανεβαίνοντας στον Άγιο Πέτρο, εκεί μου δίνεται η αίσθηση ότι μπαίνω σε ένα χώρο, στον οποίο γεννήθηκα και τουλάχιστον για τα τέσσερα χρόνια της ζωής μου, έζησα. Και από εδώ έφυγα με τους γονείς μου, από αυτό το σημείο.